Μετά και το χθεσινοβραδινό παιχνίδι στο Μπερναμπέου και όσα συνέβησαν, έγινε ακόμη πιο δύσκολο εμείς οι «από εδώ», οι υπέρμαχοι της χρήσης τεχνολογίας στο ποδόσφαιρο, να αντιληφθούμε πλήρως γιατί οι «από εκεί», οι πολέμιοί της, συνεχίζουν να λένε όχι.
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Λίγες εβδομάδες πριν μια λανθασμένη διαιτητική απόφαση βγάλει τη Ρεάλ Μαδρίτης από τη δύσκολη θέση στην οποία την είχε φέρει η Μπάγερν, παρά το αριθμητικό μειονέκτημα, η Μπαρτσελόνα είχε πάρει μια πρόκριση απέναντι στην Παρί Σεν Ζερμέν, που από τους μισούς χαρακτηρίστηκε «επική» και από τους υπόλοιπους η «κλοπή» της δεκαετίας. Το γεγονός πως πρόκειται για τόσο μεγάλες ομάδες, με οπαδούς σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, τους έδωσε την ευκαιρία να ξεσπαθώσουν αλλάζοντας στρατόπεδα στα social media.
Όσοι είχαν κράξει ανελέητα την... UEFAlona για τη βουτιά του Σουάρες, θεώρησαν πως έπρεπε να δείξουν μεγαλύτερη κατανόηση στο λάθος που ουσιαστικά έγειρε οριστικά την πλάστιγγα υπέρ της βασίλισσας. Εκείνοι, πάλι, που υπερθεμάτιζαν για το βάρος της φανέλας των μπλαουγκράνα και πώς αυτό έπαιξε το ρόλο του, βρήκαν μια τέλεια ευκαιρία να την «πουν» στους «αλλόθρησκους» και πάει λέγοντας.
Αυτή είναι μία συζήτηση που αφορά τους οπαδούς. Όσους ταυτίζονται σε τέτοιο βαθμό με το χρώμα της φανέλας που υποστηρίζουν που αδυνατούν, δεν θέλουν ούτε γουστάρουν να αναφερθούν σε οτιδήποτε αρνητικό για την «καψούρα» τους και μπορούν εύκολα να ανακαλύψουν δικαιολογίες ή να αρχίσουν να «ψειρίζουν» προηγούμενες φάσεις προκειμένου να ισορροπήσουν τη ζυγαριά της δικαιοσύνης.
Για τους ουδέτερους (γιατί αντικειμενικός δεν είναι κανείς) όλο αυτό ήταν απλά άλλη μια ευκαιρία για να συνεχιστεί η κουβέντα περί χρήσης τεχνολογίας στο ποδόσφαιρο. Με την εισαγωγή της goal line technology έπεσε ένα κάστρο που κρατούσε χρόνια και φιλοξενούσε όλους εκείνους που υποστηρίζουν πως η μπάλα είναι ένα παιχνίδι λαθών, οπότε είναι προτιμότερο να το αφήσουμε έτσι. Να μην αλλοιώσουμε δηλαδή τη φύση του.
Η απάντηση είναι πως το έχουμε κάνει ήδη σε πολλά διαφορετικά επίπεδα στο πέρασμα του χρόνου. Το ποδόσφαιρο ελάχιστα μοιάζει πια με το σπορ που αναπτύχθηκε στα αγγλικά κολλέγια ή τους πρώτους κανονισμούς που έβγαλαν από τα κεφάλια τους οι πιονέροι του. Παίζεται με διαφορετικούς όρους και φαίνεται λανθασμένη προσέγγιση το να αρνείσαι τον εναρμονισμό του στους μοντέρνους καιρούς.
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η δουλειά του ρέφερι ή των βοηθών του είναι δύσκολη. Ο δόλος, αν και σε πολλές περιπτώσεις υπαρκτός, δεν είναι ο μόνος λόγος που οδηγεί σε σφάλματα. Το ποδόσφαιρο έχει γίνει πολύ γρήγορο, οι παίκτες είναι καλύτεροι αθλητές, ο ρυθμός των φάσεων σε πολλά ματς καταιγιστικός. Μετά μπαίνουν στην εξίσωση και τα όρια της ανθρώπινης φύσης. Οι μελέτες δείχνουν πως ακόμη και ο επόπτης που βρίσκεται στην ίδια ευθεία, χρειάζεται μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου από τη στιγμή που θα γίνει μια σέντρα μέχρι εκείνη που θα ευθυγραμμίσει το μάτι του ώστε να αποφασίσει εάν θα σηκώσει τη σημαία ή όχι. Και επιπλέον έχεις την ίδια την τεχνολογία πέριξ του παιχνιδιού να αλλάζει εντελώς το πλαίσιο σχετικά με τις κρίσεις μας.
Κάποτε στα πιο πολλά ματς δεν υπήρχε καν τηλεοπτική κάλυψη. Αργότερα η έννοια του replay εξαντλούνταν στο να δούμε την ίδια φάση από την ίδια λήψη της ίδιας κάμερας, απλά στο πιο αργό με ένα τεράστιο R να αναβοσβήνει εκνευριστικά στο πάνω μέρος της οθόνης. Ήταν πολύ πιο δύσκολο να ξετρυπώσεις τις «γκέλες» των διαιτητών. Στις περισσότερες περιπτώσεις το θύμα δεν διέθετε ούτε ένα στοιχείο προς υπεράσπισή του, σε αντίθεση με τις μέρες μας που μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα υπάρχει η δυνατότητα του να δεις μια επίμαχη φάση από χίλιες διαφορετικές γωνίες, μέχρι να φτάσεις σε ένα απόλυτο συμπέρασμα το οποίο δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.
Και το ερώτημα που έρχεται αβίαστα είναι «γιατί όχι;». Γιατί συνεχίζουμε να αφαιρούμε από τον διαιτητή το δικαίωμα στον έλεγχο των αποφάσεών του; Το σύστημα του να του προσθέτουμε έναν τέταρτο και μερικούς ακόμη βοηθούς δεν είναι αρκετό. Επί της ουσίας επιτρέπουμε ακόμη τη δικτατορία της γνώμης του ενός που εκφράζεται από μία σφυρίχτρα ή ένα σημαιάκι. Όταν όλος ο κόσμος έχει δει το λάθος, συμπεριλαμβανομένου και του υπαίτιου, είναι τρελό απλά η ζωή να συνεχίζεται. Εάν έχεις νικήσει με ένα γκολ που δεν έπρεπε να μετρήσει, θα βρεις χίλιους λόγους να παραμείνεις υπερήφανος για την επιτυχία της ομάδας σου. Αν βρίσκεσαι στην αντίπερα όχθη, θα μιλήσεις για αδικία και θα περιμένεις πότε θα γυρίσει ο τροχός για να αλλάξουν οι ρόλοι.
Στο μεταξύ τίτλοι, προκρίσεις και ματς θα κρίνονται από αδικίες. Όχι μικρές, τα σπόρια που λέμε, αλλά εξόφθαλμες που απλά έτυχε να διαφύγουν της προσοχής του διαιτητή την ώρα του αγώνα. Ακόμη κι αυτή η αδικία θα μπορούσε να γίνει εν μέρει αποδεκτή εάν δεν δηλητηρίαζε το ίδιο το παιχνίδι και το μυαλό όσων ασχολούνται με αυτό. Στην πραγματικότητα, πολλές φορές (όπως τώρα ή πριν μερικές εβδομάδες στην περίπτωση της Μπαρτσελόνα) το αντικαθιστά κιόλας. Αντί να κουβεντιάζεις για έναν αγώνα υψηλότατου επιπέδου ανάμεσα σε δύο τεράστιες ομάδες, συζητάς το γιατί δεν υπήρχε η δυνατότητα του instant replay για παράδειγμα, ώστε να αποφευχθεί κάτι τέτοιο. Το να έχει κάθε προπονητής το δικαίωμα για ένα τέτοιο ανά ημίχρονο δεν ακούγεται κακή ιδέα. Τουλάχιστον για φάσεις όπως εκείνη που ο Σουάρες βουτάει ενώ ο αμυντικός της Παρί κάνει σωστά τη δουλειά του και τον μαρκάρει καθαρά ή σαν αυτή του Κριστιάνο που οι παίκτες της Μπάγερν εφαρμόζουν τέλεια το τεχνικό οφσάιντ και αντί κάποιος να τους πει μπράβο, τους τιμωρεί κι από πάνω.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.